- κατέπαυε
- καταπαύωput an end toimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γοργόνα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται και με το όνομα Γοργώ. Στην ελληνική μυθολογία, η Γοργώ είναι το φοβερό, δαιμονικό τέρας, η κόρη της Γαίας. Στην παλαιότερη εκδοχή του μύθου αναφέρεται ότι κατά τη Γιγαντομαχία, η Γαία, για να βοηθήσει τους γιους… … Dictionary of Greek
κυμινόθερμον — και κυμινοθέρμιν, τὸ (Μ) αφέψημα από κύμινο το οποίο κατέπαυε τη δίψα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύμινον + θερμόν, με αναβιβασμό τού τόνου εν συνθέσει] … Dictionary of Greek